Επιστολές που δεν επιδόθηκαν ποτέ φωτίζουν τα ήθη του 17ου αιώνα στην Ευρώπη

Η έκκληση μιας απελπισμένης γυναίκας για βοήθεια ανοίχθηκε και διαβάστηκε 300 χρόνια μετά από την αποστολή της καθώς ο παραλήπτης αρνήθηκε να αποδεχθεί την επιστολή. Διόλου παράξενο αν σκεφθεί κανείς πως ο πλούσιος...

έμπορος από την Χάγη μάλλον υποπτευόταν τα δυσάρεστα νέα: επρόκειτο να γίνει πατέρας.

Η επιστολή αυτή είναι μόνο μία από τις χιλιάδες που ουδέποτε επιδόθηκαν, οι περισσότερες μάλιστα παραμένουν σφραγισμένες και αποτελούν έναν θησαυρό κοινωνιολογικού και ιστορικού ενδιαφέροντος, ο οποίος παρέμεινε κλειδωμένος σε ένα σεντούκι στις Κάτω Χώρες επί αιώνες. Η συλλογή περιλαμβάνει επιστολές από αριστοκράτες, κατασκόπους, εκδότες, μουσικούς, στοιχειωδώς εγγράματους χωρικούς και ανθρώπους με εμφανώς ανώτερη παιδεία και υπέροχο γραφικό χαρακτήρα. Είναι γραμμένες στα Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά, Ολλανδικά και Λατινικά.

Την εποχή εκείνη το ταχυδρομείο πληρωνόταν από τον παραλήπτη την στιγμή της επίδοσης της επιστολής και εικάζεται ότι πολλές δεν παραλήφθησαν λόγω αλλαγής διευθύνσεως – μία μάλιστα είχε προωθηθεί εις μάτην σε μια σειρά άλλων διευθύνσεων – ή ακόμα και θανάτου.

Μία εκ των επιστολών που έχει μεταγραφεί και στη συνέχεια μεταφράστηκε είναι από μία γυναίκα και απευθύνεται σε ένα Εβραίο έμπορο στην Χάγη. Αναφέρει ότι επικοινωνεί εκ μέρους "μιας κοινής φίλης". Η φίλη ήταν μια τραγουδίστρια της όπερας της Χάγης που είχε αναχωρήσει για το Παρίσι όπου ανακάλυψε την καταστροφική αλήθεια. Ζητούσε χρήματα από τον έμπορο για να επιστρέψει. "Σίγουρα με ευκολία μαντεύετε την πραγματική αιτία της απελπισίας της. Δεν δύναμαι να την περιγράψω με λέξεις, τόσο έντονα και υπερβολικά είναι όσα θα έπρεπε να σας πω. Αρκεί να αναλογιστείτε την κατάσταση της, και φροντίζοντας για την επιστροφή της επιτρέψτε της να επιστρέψει στην ζωή". Η επιστολή φέρει την σφραγίδα "niet hebben" υποδεικνύοντας πως ο άνδρας αρνήθηκε να την παραλάβει. Η μοίρα της φτωχής τραγουδίστριας είναι άγνωστη. Ο Daniel Starza Smith από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης λέει πως ο εν λόγω άνδρας ήταν αναμφισβήτητα ο πατέρας του παιδιού κι αυτός ήταν ο πραγματικός λόγος για την αναχώρηση της.

Το δερμάτινο σεντούκι με την επένδυση από λινό και τις επίσημες σφραγίδες παραδόθηκε στο ταχυδρομικό μουσείο της Χάγης το 1926 αλλά η μελέτη των 2.600 επιστολών που περιείχε, 600 εκ των οποίων ακόμα σφραγισμένες, μόλις άρχισε με τη συμμετοχή μιας διεθνούς ομάδας επιστημόνων από το Leiden, την Οξφόρδη, το MIT και το Yale. Ειδικές τεχνικές σάρωσης θα χρησιμοποιηθούν για την μελέτη του περιεχομένου χωρίς να ανοίξουν τα σφραγισμένα γράμματα ή να χαλάσουν οι περίτεχνοι τρόποι με τους οποίους δίπλωναν την εποχή εκείνη την επιστολή ώστε η ίδια να αποτελεί και τον φάκελο της.

Το σεντούκι αυτό διατήρησε γράμματα από όλες τις κοινωνικές τάξεις ανεξαρτήτως φύλου.

Οι επιστολές είχαν σταλεί μεταξύ 1680 και 1706, στην καρδιά μιας περιόδου συνεχών πολέμων και πολιτικών αναταραχών στην Ευρώπη. Τις είχαν στην κατοχή τους ο Simon de Brienne και η Maria Germain, ο ταχυδρόμος της Χάγης και η σύζυγός του. Επρόκειτο για ενα δαιμόνιο επιχειρηματικό ζευγάρι που πέρασε μάλιστα και μια περίοδο στην Αγγλία όπου εργάζονταν ως αξιωματούχοι της αυλής του Γουλιέλμου Γ' και εν συνεχεία πούλησαν τα υπάρχοντα τους για 1.150 λίρες κι ένα βαρέλι κρασί Βουργουνδίας κι επέστρεψαν στην Ολλανδία.

Την εποχή εκείνη το ταχυδρομείο πληρωνόταν από τον παραλήπτη την στιγμή της επίδοσης της επιστολής και εικάζεται ότι πολλές δεν παραλήφθησαν λόγω αλλαγής διευθύνσεως – μία μάλιστα είχε προωθηθεί εις μάτην σε μια σειρά άλλων διευθύνσεων – ή ακόμα και θανάτου. Ο Smith πιστεύει ότι τις κράτησαν με την ελπίδα κάποτε να παραδοθούν και συνεπώς να πληρωθούν. "Οι επιστολές αυτές στέκουν μετέωρες και σε κάνουν να νιώθεις σαν να διέκοψες την σκέψη της ίδιας της Ιστορίας πριν την διατυπώσει" λέει. "Πολλοί από τους επιστολογράφους και οι εν δυνάμει παραλήπτες ήταν άνθρωποι που ταξίδευαν ανά την Ευρώπη, περιπλανώμενοι μουσικοί και θρησκευτικοί εξόριστοι. Το σεντούκι αυτό διατήρησε γράμματα από όλες τις κοινωνικές τάξεις ανεξαρτήτως φύλου. Τα περισσότερα σωζόμενα έγγραφα της εποχής εκείνης καταγράφουν τις δραστηριότητες των ελίτ: αριστοκράτες, γραφειοκράτες, πλούσιοι έμποροι. Τα ευρήματα αυτά θα μας αποκαλύψουν πράγματα για μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας στην Ευρώπη του 17ου αιώνα. Πρόκειται για τους ανθρώπους των οποίων σπάνια σώζονται έγγραφα, είναι λοιπόν μια μοναδική ευκαιρία να ακούσουμε νέες από ιστορικής απόψεως φωνές".

Επισημαίνει ότι αρκετές από τις επιστολές μάλιστα διατηρούν ακόμα και την ποιότητα του προφορικού λόγου της εποχής, κι έχουν γραφεί χωρίς την χρήση σημείων στίξης. Πολλές μιλάνε για τις πολιτικές εξελίξεις της εποχής, υπάρχουν αναφορές σε ληστείες, θρησκευτικές διακρίσεις και άλλους κινδύνους. Κάποιος από το Nancy της Γαλλίας γράφει στον μουσικό αδελφό του να μην αποτολμήσει να ταξιδέψει μέσω Παρισίου καθώς ένας συνάδελφος του είχε στρατολογηθεί. Προσθέτει την προειδοποίηση: "αν έρθεις εδώ μην φέρεις το όργανο σου ή οτιδήποτε άλλο". Συχνά όμως οι αγωνίες είναι περισσότερο προσωπικές παρά πολιτικές. Μια γυναίκα είχε βάλει στον φάκελο ένα χάρτινο περιστέρι που κρατά μια φλεγόμενη καρδιά και με πίκρα θυμάται "την πίστη που μου έταξες και την οποία εγώ σου προσέφερα με όλη μου την ψυχή". Όποιος κι αν ήταν ο άπιστος εραστής, δεν παρέλαβε ποτέ το γράμμα της. Πηγή

Via


Νεότερη Παλαιότερη