Αποσαφήνιση όρων της Νέας Ελληνικής Γλώσσας...

με πολλή φαντασία...

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΑΣ: Ένας τύπος που δεν είναι αρκετά αρρενωπός για να γίνει μηχανικός, αλλά ούτε και αρκετά "αδερφή" για να γίνει στυλίστας. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ: Αυτή που καταφτάνει μετά τη μάχη και μαζεύει τους τραυματίες. ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ: Είναι αυτό με το οποίο παντρεύονται όλες οι γυναίκες χωρίς να το ξέρουν. ΔΙΠΛΩΜΑΤΗΣ: Αυτός που σου λέει να πας να γ...θείς με τέτοιο τρόπο, που εσύ δεν βλέπεις την ώρα να το κάνεις. ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ: Ο ειδικός που θα ξέρει αύριο για ποιό λόγο αυτό που προέβλεψε δεν έγινε σήμερα. ΕΥΚΟΛΗ: Λέγεται η γυναίκα που έχει τη σεξουαλική ηθική του άντρα. ΚΒΑΝΤΙΚΟΣ ΦΥΣΙΚΟΣ: Είναι ένας τυφλός άντρας μέσα σε ένα σκοτεινό δωμάτιο, που ψάχνει μια μαύρη γάτα, δηλαδή κάτι που δεν υπάρχει. HARDWARE: Τμήμα του υπολογιστή, το οποίο δέχεται τα χτυπήματά μας όταν το software παρουσιάσει πρόβλημα. ΑΔΙΑΦΟΡΙΑ: Συμπεριφορά της γυναίκας απέναντι σε έναν άντρα που δεν την ενδιαφέρει, η οποία μεταφράζεται από τον άντρα ως "κάνει τη δύσκολη". ΔΙΑΝΟΟΥΜΕΝΟΣ: Άτομο ικανό να σκέφτεται για περισσότερο από δύο ώρες κάτι που δεν έχει σχέση με το σεξ. ΟΜΑΔΙΚΗ ΔΟΥΛΕΙΑ: Δυνατότητα να ρίξεις τις ευθύνες στους άλλους. ΠΟΝΟΚΕΦΑΛΟΣ: Το αντισυλληπτικό που χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον από τις γυναίκες κατά τη δεκαετία του '90. ΜΟΝΟΓΑΜΙΚΟΣ: Καταπιεσμένος πολυγαμικός. NANOSECOND: Κλάσμα του χρόνου μεταξύ της στιγμής που θα ανάψει πράσινο μέχρι την στιγμή που θα ακουστεί η κόρνα από το πίσω όχημα. ΝΥΜΦΟΜΑΝΗΣ: Όρος με τον οποίο ο άντρας χαρακτηρίζει μια γυναίκα που θέλει να κάνει σεξ πιο συχνά από αυτόν. ΑΠΑΙΣΙΟΔΟΞΟΣ: Αισιόδοξος με εμπειρία.

Via


Νεότερη Παλαιότερη